Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2015

Πάπυρος Δερβενίου: Tο αρχαιότερο σωζόμενο αναγνώσιμο «βιβλίο» της Ευρώπης στον κατάλογο της Unesco. Η πρώτη ελληνική εγγραφή στον Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου»






Η πρώτη ελληνική εγγραφή στο Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου» (Memory of the World) είναι πλέον γεγονός, καθώς η Διεθνής Συμβουλευτική Επιτροπή του Προγράμματος, που συνεδρίασε στο Αμπού Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων από τις 4 έως τις 6 Οκτωβρίου, αποφάσισε την εγγραφή του Πάπυρου του Δερβενίου στον Διεθνή Κατάλογο του Προγράμματος της Unesco «Μνήμη του Κόσμου».

Η υποβολή του φακέλου της υποψηφιότητας έγινε από την πρόεδρο της Ελληνικής Εθνικής Επιτροπής για την Unesco, Αικατερίνη Τζιτζικώστα, βάσει προτάσεως της Ελληνικής Επιτροπής για το Πρόγραμμα «Μνήμη του Κόσμου», πρόεδρος της οποίας είναι ο Ομότιμος Καθηγητής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Παναγιώτης Νικολόπουλος. Για την επιστημονική τεκμηρίωση της υποψηφιότητας, η Επιτροπή συνεργάστηκε με την Διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, Πολυξένη-Αδάμ Βελένη.
Ο Πάπυρος του Δερβενίου. Φωτογραφία από το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Πρόκειται για ένα σημαντικό γεγονός που θα συμβάλει στην περαιτέρω ανάδειξη, στη διαφύλαξη και προώθηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αποτελώντας ταυτόχρονα προστιθέμενη αξία για την εξωστρέφεια που τόσο ανάγκη έχει η Ελλάδα. Το Πρόγραμμα της Unesco «Μνήμη του Κόσμου» θέτει ως βασικό στόχο τη διαφύλαξη, έναντι της φθοράς και της λήθης, και την ανάδειξη, μέσω της συντήρησης και της διασφάλισης πλήρους προσβασιμότητας, της τεκμηριωμένης κληρονομιάς της ανθρωπότητας (ήτοι χειρογράφων, εικονογραφήσεων, αρχείων, ντοκουμέντων, ταινιών κτλ.).

Ο Πάπυρος του Δερβενίου αποτελεί το αρχαιότερο σωζόμενο αναγνώσιμο «βιβλίο» της Ευρώπης. Χρονολογείται μεταξύ 340 και 320 π.Χ.. Ωστόσο, το περιεχόμενό του φέρεται να αναπαράγει προγενέστερο κείμενο που ανάγεται μεταξύ 420 και 410 π.Χ..

Ο Πάπυρος του Δερβενίου υποβλήθηκε σε φασματοσκόπηση με την προσδοκία να διαβαστούν στοιχεία του που για το ανθρώπινο μάτι είναι αόρατα.



Το εύρημα είναι κομβικής σημασίας για τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής θρησκείας και φιλοσοφίας, καθώς αποδεικνύει την πρώιμη χρονολόγηση των Ορφικών ποιημάτων και προσφέρει μια ιδιαίτερη εκδοχή της Προσωκρατικής φυσικής. Αποτελεί, επίσης, παρακαταθήκη για όλη την ανθρωπότητα, καθώς αντανακλά οικουμενικές αξίες και επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε πανανθρώπινα και διαχρονικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία του κόσμου, τη μεταθανάτια ζωή και τη συγκρότηση ευνομούμενων κοινωνιών.

Ο Πάπυρος ανακαλύφθηκε το 1962 στο Δερβένι Θεσσαλονίκης στη νεκρική πυρά τάφου, από πλούσια κτερισμένη συστάδα τάφων των ύστερων κλασικών χρόνων. Διασώθηκε, αν και κατακερματισμένος, επειδή απανθρακώθηκε μερικώς.




Η σημασία του αναγνωρίστηκε αμέσως από τον ανασκαφέα Πέτρο Θέμελη και κατόπιν από τον αρχαιολόγο Χαράλαμπο Μακαρόνα, ενώ ο Αυστριακός ειδικός Α. Φάκελμαν ξετύλιξε αμέσως τον κύλινδρο και τοποθέτησε τα σπαράγματα σε υπόστρωμα από στυπόχαρτο, το οποίο συμπιέστηκε μεταξύ δύο υαλοπινάκων, που κατόπιν σφραγίστηκαν.

Ο Πάπυρος έχει χαρακτηριστεί ως «η σημαντικότερη νέα μαρτυρία για την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και θρησκεία που εμφανίστηκε από την εποχή της Αναγέννησης», αλλά παράλληλα και «η πιο δύσκολη στην κατανόησή της».
http://www.naftemporiki.gr/story/1015219

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015

Ο Μακεδονικός τάφος στον Φοίνικα Θεσσαλονίκης



Γένικη Άποψη του Μακεδονικού τάφου στο Φοίνικα Θεσσαλονίκης


Η πρόσοψη του Μακεδονικού τάφου στο Φοίνικα Θεσσαλονίκης


Άποψη του Μακεδονικού τάφου στο Φοίνικα Θεσσαλονίκης

Περιγραφή



Από τους πιο σημαντικούς και εντυπωσιακούς μακεδονικούς τάφους στην ευρύτερη περιφέρεια της Θεσσαλονίκης είναι αυτός στο Φοίνικα, νοτιοανατολικά της πόλης. Πρόκειται για το αρχαιότερο δείγμα μακεδονικού τάφου στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, αλλά και για ένα από τα αρχαιότερα μνημεία αυτού του τύπου, όπου ο δωρικός ρυθμός βρίσκει την πληρέστερη έκφρασή του. Παρά το γεγονός ότι ο τάφος βρέθηκε συλημένος, η μορφή του και τα ανασκαφικά δεδομένα δείχνουν ότι ετοιμάσθηκε με ιδιαίτερη φροντίδα μέσα στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. για να δεχθεί έναν αναμφίβολα επιφανή νεκρό, πιθανότατα ανώτατο στέλεχος του μακεδονικού στρατού, και τη γυναίκα του.

Πρόκειται για επιβλητικό μονοθάλαμο οικοδόμημα, κατασκευασμένο από πωρόλιθο και επιχρισμένο με ασβεστοκονίαμα. Ένας βαθμιδωτός δρόμος, που έχει λαξευθεί στο φυσικό βράχο, οδηγεί στη θύρα του τάφου, που ήταν φραγμένη με έξι επάλληλους ογκόλιθους. Εσωτερικά ο τάφος έκλεινε με ξύλινη δίφυλλη πόρτα. Η πρόσοψη του μνημείου, που σώζεται σχεδόν ακέραια, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Έχει πλάτος 4,96 μ. και ύψος 5,68 μ. και είναι επιχρισμένη με λευκό μαρμαροκονίαμα. Ο δωρικός ρυθμός εδώ αναδεικνύεται σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια, καθώς οι αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες της ανωδομής τονίζονται με πολύχρωμα κονιάματα. Βαθυκύανα τρίγλυφα πλαισιώνουν τις λευκές μετόπες, όπου με χρυσαφιές πινελιές επαναλαμβάνεται η εικόνα μιας μεταλλικής φιάλης. Το διάκοσμο της πρόσοψης ολοκλήρωνε η ζωγραφική παράσταση του αετώματος, που είχε, δυστυχώς, φθαρεί σε μεγάλο βαθμό λόγω της καταστροφής του επαέτιου γείσου από τους αρχαιοκάπηλους. Η εσωτερική διαμόρφωση του θαλάμου, όπου δεσπόζουν δύο βωμόσχημα βάθρα επάνω σε ορθογώνιες βάσεις, είναι πραγματικά μοναδική. Τα εντυπωσιακά βάθρα, με πολύχρωμο γραμμικό διάκοσμο σε μαύρο φόντο, είχαν επίσης υποστεί μεγάλη φθορά από τους αρχαιοκάπηλους, που αφαίρεσαν τα τεφροδόχα σκεύη και διασκόρπισαν τα καμένα οστά των νεκρών. Την εικόνα του χώρου συμπληρώνουν δύο κτιστά θρανία, για την εναπόθεση προσφορών προς τους νεκρούς.

Το μνημείο ήλθε στο φως την άνοιξη του 1987, ακριβώς πίσω από το Νοσοκομείο Άγιος Παύλος, στο χώρο απ' όπου θα περνούσε τμήμα της ανατολικής περιφερειακής οδού. Μετά την ανασκαφή η κατασκευή του δρόμου ολοκληρώθηκε, ενώ μια ελαφρά υπερυψωμένη γέφυρα στέγασε τον τάφο. Σήμερα, ο ειδικά διαμορφωμένος υπόγειος χώρος περιλαμβάνει επίσης έκθεση εποπτικού υλικού σχετικά με την ανασκαφή του μνημείου αλλά και με την ευρύτερη περιοχή, καθώς και παρουσίαση των γνωστών και άγνωστων μακεδονικών τάφων στην περιφέρεια της Θεσσαλονίκης ώστε ο επισκέπτης να αποκομίσει ολοκληρωμένη εικόνα για το θέμα. Σε απόσταση λίγων μέτρων νοτιοανατολικά του τάφου ορθωνόταν ένας ταφικός τύμβος, παλαιότερα γνωστός ως «Τούμπα Κις», ενώ όλη η περιοχή εντάσσεται σε νεκροταφείο κλασικών και πρώιμων ελληνιστικών χρόνων, που καταστράφηκε από αυθαίρετες αμμοληψίες στις προηγούμενες δεκαετίες. Παρά την καταστροφή, οι σωστικές ενέργειες τις ΙΣΤ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων απέδωσαν αρκετούς ασύλητους τάφους του 4ου και 3ου αι. π.Χ.


Διοικητικές Πληροφορίες

Υπηρεσιακή Μονάδα:
Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης

Τ.Κ. 55535, Θεσσαλονίκη, Φοίνικας (Νομός Θεσσαλονίκης)

Τηλέφωνο: +30 2310 801402, +30 2310 801428, +30 2310 801429, +30 2310 801424
Φαξ: +30 2310 801425
Email: istepka@culture.gr


Ώρες Λειτουργίας
Το μνημείο επισκέψιμο μόνο κατόπιν συννενόησης με την Υπηρεσία.




Ενδεικτική Βιβλιογραφία





Τσιμπίδου-Αυλωνίτη, Μ., Ανασκαφικές έρευνες σε ταφικούς τύμβους των Νομών Θεσσαλονίκης και Χαλκιδικής, Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη (AEMΘ) 1, Θεσσαλονίκη 1988, 261-268

Τσιμπίδου-Αυλωνίτη, Μ., Μνημεία αιωνιότητας: Οι μακεδονικοί τάφοι στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, «Θεσσαλονικέων Πόλις», τ. 9, Θεσσαλονίκη 2002, 59-76

Τσιμπίδου-Αυλωνίτη Μ., Ο μακεδονικός τάφος στην περιοχή του Φοίνικα, Θεσσαλονίκη 2002

Τσιμπίδου-Αυλωνίτη Μ., Ο μακεδονικός τάφος την περιοχή του Φοίνικα, Θεσσαλονίκη 2003

Τσιμπίδου, Μ., Μακεδονικοί τάφοι στον Φοίνικα και στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης. Συμβολή στη μελέτη της εικονογραφίας των ταφικών μνημείων της Μακεδονίας, Αθήνα 2005

Τσιμπίδου-Αυλωνίτη, Μ., Ανασκαφικές έρευνες στον Φοίνικα Ν. Θεσσαλονίκης, 1987-2006: Η εικοσαετία των ανατροπών, Επετειακός τόμος, 20 χρόνια ΑΕΜΘ, Θεσσαλονίκη 2009, 435 -448

Τσιμπίδου-Αυλωνίτη, Μ., Φοίνικας 2005. Η μαρτυρία του κιβωτιόσχημου τάφου 4. Κερμάτια Φιλίας. Τιμητικός Τόμος για τον Ιωάννη Τουράτσογλου, τ. Β΄, Αθήνα 2009, 251-269
http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=1427

http://www.yppo.gr/5/g5161.jsp?obj_id=17850
Το χειμώνα του 2004 η ΙΣΤ' Ε.Π.Κ.Α. ξεκίνησε τη λειτουργία ενός νέου εκπαιδευτικού προγράμματος με τίτλο «Ο Μακεδονικός τάφος στον Φοίνικα». Το πρόγραμμα εκπονήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ''ΜΕΛΙΝΑ. Εκπαίδευση και Πολιτισμός'' και λειτουργεί στον αρχαιολογικό χώρο του Μακεδονικού τάφου στην περιοχή Φοίνικα Θεσσαλονίκης.
Το διδακτικό-παιδαγωγικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η φιλοσοφία του προγράμματος προβάλλει κυρίως τον επικοινωνιακό χαρακτήρα της σχέσης των μαθητών με το μνημείο έτσι ώστε το μνημείο να μετατραπεί σε χώρο παραγωγής πολιτιστικής πληροφορίας όπου ο επισκέπτης-μαθητής θα γίνει μέτοχος της ιστορίας του και τα αποτελέσματα της αρχαιολογικής έρευνας θα μετατραπούν σε κοινωνικό αγαθό.
Βασικό σκεπτικό του προγράμματος υπήρξε η προσπάθεια για αποχωρισμό από την παραδοσιακή προσέγγιση της τέχνης και του πολιτισμού έτσι ώστε το ταφικό μνημείο να παρουσιαστεί ως δημιούργημα της ανθρώπινης κοινωνίας που το κατασκεύασε μέσα από συγκεκριμένες παραγωγικές, οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές διαδικασίες, με στόχο μέσα από το μνημείο να διαφανεί και να προβληθεί ο άνθρωπος-δημιουργός του. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην ανάγκη μετατροπής του μνημείου σε υποκείμενο ιστορικής αναφοράς που αντανακλά διάφορες εκφάνσεις της ζωής της Θεσσαλονίκης κατά τον 4ο αι. π.Χ.
Στόχος του προγράμματος είναι να βοηθήσει τους μαθητές να έρθουν σε επαφή με το σημαντικότερο και εντυπωσιακότερο μνημείο της μακεδονικής ταφικής αρχιτεκτονικής στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης, όπου ο δωρικός ρυθμός βρίσκει την πληρέστερη έκφρασή του. Με τον τρόπο αυτό δίνεται στους μαθητές η ευκαιρία να γνωρίσουν τα αποτελέσματα των αρχαιολογικών ερευνών σ' ένα αξιόλογο μνημείο, το οποίο επιπλέον βρίσκεται μέσα στο σύγχρονο πολεοδομικό ιστό της πόλης και αποτελεί τμήμα της καθημερινής τους ζωής.
Με το πρόγραμμα αυτό καταβλήθηκε προσπάθεια για την ανάδειξη της πολιτισμικής δυναμικής της εκπαίδευσης όπου η διδασκόμενη ύλη αντιμετωπίζεται ως καταγεγραμμένη ανθρώπινη εμπειρία, καθώς και για την αναζήτηση μίας νέας αντίληψης προσέγγισης του πολιτισμού, η οποία αποζητά την ευχαρίστηση μέσα από τη γνώση, την αξιοποίηση της φυσικής περιέργειας του παιδιού, την προβολή της δημιουργικότητάς του και την ανάπτυξη της εκφραστικής ικανότητάς του

Το 2004 η ΙΣΤ' ΕΠΚΑ επέλεξε έναν μακεδονικό τάφο της Θεσσαλονίκης για την εκπόνηση ενός νέου εκπαιδευτικού προγράμματος με τίτλο «Ο Μακεδονικός τάφος στον Φοίνικα». Το πρόγραμμα σήμερα εκπονείται σε ειδικά διαμορφωμένο υπόγειο χώρο όπου υπάρχει έκθεση εποπτικού υλικού για την ανασκαφή του μνημείου και της ευρύτερης περιοχής καθώς και για τους υπόλοιπους μακεδονικούς τάφους που έχουν αποκαλυφθεί μέσα στην πόλη και στην περιφέρεια της Θεσσαλονίκης, έτσι ώστε ο μαθητής να αποκομίσει ολοκληρωμένη εικόνα για το θέμα.
Οι βασικές αρχές του προγράμματος υποβλήθηκαν από τις νέες τάσεις στον τομέα της εκπαίδευσης που επιβάλλουν την ενίσχυση της συμμετοχής του κοινού στη βίωση της εμπειρίας. Έτσι, καταβλήθηκε προσπάθεια για την ανάδειξη της πολιτισμικής δυναμικής της εκπαίδευσης όπου η διδασκόμενη ύλη αντιμετωπίζεται ως καταγεγραμμένη ανθρώπινη εμπειρία, καθώς και για την αναζήτηση μίας νέας προσέγγισης του πολιτισμού, η οποία αποζητά την ψυχαγωγία μέσα από τη γνώση και την αποφυγή της πιστής αναπαραγωγής τυποποιημένων γνώσεων. Κατά το σχεδιασμό του προγράμματος, η βασική αρχή που τέθηκε ήταν αυτό το εξαιρετικό δείγμα της μνημειώδους ταφικής αρχιτεκτονικής και της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής, να μην παρουσιαστεί απομονωμένο από κάθε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό πλαίσιο και επιπλέον να συνδεθεί και με τους υπόλοιπους μακεδονικούς τάφους της Θεσσαλονίκης, συνδέοντάς τους με τις ανθρώπινες κοινωνικές ομάδες από τις οποίες προέρχονται οι κάτοχοί τους.
Με τον τρόπο αυτό διαμορφώθηκε ένα ειδικά σχεδιασμένο μεθοδολογικά πρόγραμμα το οποίο προτρέπει τα παιδιά να διατυπώσουν τις δικές τους ερμηνείες για το μνημείο ως έργο ''ανοιχτό'' με πολλές ερμηνείες και τα ωθεί να αναπτύξουν συμπεριφορά που υπερβαίνει την παραδοσιακή νοοτροπία της σχολικής τους εκπαίδευσης.
Το πρόγραμμα σχεδιάστηκε με τη μορφή φυλλαδίου εργασίας, έτσι ώστε να αποτελέσει μία μεθοδολογική-διδακτική βάση αναφοράς και έχει στόχο του να προσφέρει στο μαθητή τη δυνατότητα να αξιοποιήσει πολύμορφα και πολυεπεπίπεδα το μνημείο. Κατά την περιήγησή του στο χώρο ο μαθητής αντλεί πληροφορίες για την μνημειώδη αρχιτεκτονική των μακεδονικών τάφων, τον λαμπρό ζωγραφικό τους διάκοσμο, τα ταφικά έθιμα της περιόδου με ιδιαίτερη έμφαση στο έθιμο της καύσης των νεκρών της αριστοκρατικής τάξης της Μακεδονίας, τις μεταφυσικές δοξαξίες και πεποιθήσεις, την κοινωνική οργάνωση της μακεδονικής κοινωνίας και τις οικονομικές συνθήκες της περιόδου. Στο τέλος, τα παιδιά συμμετέχουν σε εργαστήρι χαρτοκοπτικής.








Virtual Reality: Πέλλα Η αναπαράσταση εικονικής πραγματικότητας της «Οικίας του Διονύσου» στην Πέλλα από το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού


Virtual Reality: Πέλλα
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού

Εικονική αναπαράσταση της «Οικίας του Διονύσου» στην Πέλλα


https://www.facebook.com/ime1993/videos/10150345927271450/?pnref=story
Το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού δημιούργησε την εικονική αναπαράσταση μιας σημαντικής ελληνιστικής οικίας της Πέλλας, της λεγόμενης «Οικίας του Διονύσου» η οποία αποτέλεσε έκθεμα στην έκθεση του Λούβρου: «Μακεδονία. Το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου». Η έκθεση διήρκεσε από τις 13/10/2011 έως τις 16/01/2012. Η οικία ονομάστηκε συμβατικά έτσι από το ψηφιδωτό με το Διόνυσο πάνω σε πάνθηρα, που κοσμούσε έναν από τους ανδρώνες της.

http://pella.virtualreality.gr/


Virtual Reality: Πέλλα
Η αναπαράσταση εικονικής πραγματικότητας της «Οικίας του Διονύσου» στην Πέλλα από το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού

Η αναπαράσταση εικονικής πραγματικότητας της «Οικίας του Διονύσου» στην Πέλλα παρουσιάζει την αρχαιότερη φάση του κτιρίου, στην αρχή της Ελληνιστικής περιόδου. Η οικία περιβάλλεται από μια απλουστευμένη μορφή του αστικού ιστού, ώστε να δίνεται μια γενική εικόνα του περιβάλλοντος χώρου.

Η παλαιότερη φάση της οικίας ανάγεται στα τέλη του 4ου αιώνα π. Χ. και περιλάμβανε δυο μεγάλες περίστυλες αυλές, μια με δωρική και μια με ιωνική κιονοστοιχία, χωρισμένες από μια κεντρική πτέρυγα με μνημειακό πρόπυλο. Η νότια πτέρυγα είχε και δεύτερο όροφο. Το εσωτερικό ενός από τους ανδρώνες αναπαρίσταται όπως θα ήταν σε μια ημέρα συμποσίου, με τις κλίνες, τα συμπωτικά αγγεία και τα λοιπά σκεύη και αντικείμενα, με βάση τα ευρήματα της ίδιας εποχής από άλλες θέσεις της Μακεδονίας.

Το σπίτι παρουσιάζεται σύμφωνα με την επιστημονική του δημοσίευση και σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται τα καλύτερα διατηρημένα αντίστοιχα αρχιτεκτονικά στοιχεία από γειτονικές κατοικίες, σύμφωνα με τις προτάσεις των ανασκαφέων. Το περιστύλιο δωρικού ρυθμού, για παράδειγμα, έχει ανακατασκευαστεί με βάση το καλύτερα διατηρημένο περιστύλιο από την «Οικία της αρπαγής της Ελένης». Οι όψεις προς την αυλή των προθαλάμων των δυο ανδρώνων με τα ψηφιδωτά δάπεδα απεικονίστηκαν με μια σειρά από πεσσούς, ακολουθώντας το παράδειγμα ενός άλλου προθαλάμου της ίδιας οικίας που δίνει στην αυλή με το ιωνικό περιστύλιο.Τέσσερις από αυτούς τους πεσσούς εμφανίζονται να δημιουργούν μια τριπλή είσοδο, και εκατέρωθεν αυτής της εισόδου έχουν τοποθετηθεί από δύο μικρότεροι πεσσοί, δημιουργώντας ένα είδος πλευρικών παραθύρων. Αυτή η διάταξη είναι τυπική στη Μακεδονία και εμπνευσμένη από παρόμοιες διατάξεις στα ανάκτορα της Πέλλας και της Βεργίνας.

Η ανακατασκευή της στέγης λαμβάνει υπόψη μόνο τα στοιχεία (κεραμίδια και ακροκέραμα) που ταιριάζουν με την πρώτη φάση της κατασκευής, πριν από κάθε τροποποίηση ή κατοπινή επισκευή. Η διακόσμηση των τοίχων έχει γίνει με σκούρα χρώματα στο κάτω μέρος τους και πιο φωτεινά στο πάνω. Τα ευρήματα της «Οικίας των κονιαμάτων» έχουν χρησιμεύσει ως οδηγός. Τα ψηφιδωτά των ανδρώνων, των εισόδων τους και των προθαλάμων τους, βασίζονται σε ψηφιακές εικόνες υψηλής ανάλυσης.

Στον ανδρώνα «του κυνηγιού του λιονταριού» έχει αναπαρασταθεί μια σκηνή συμποσίου, με κρεβάτια και τραπέζια, τα οποία δεν είναι ακριβή αντίγραφα, αλλά βασίζονται σε παρόμοια ευρήματα από Μακεδονικούς τάφους (Ποτίδαιας, Βεργίνας, Αγίου Αθανασίου και Γάνου). Τα υφάσματα και τα στρώματα στα κρεβάτια έχουν αναπαρασταθεί σύμφωνα με σχετικές παραστάσεις στην αττική κεραμική και ειδικές μελέτες για τις κλίνες στην αρχαία Ελλάδα.

Η αίθουσα του συμποσίου είναι επιπλωμένη με αγγεία από άργυρο, χαλκό και πηλό, καθώς και άλλα αντικείμενα που σχετίζονται με το συμποσιακό περιβάλλον (λυχνίες, λυχνοστάτες). Η επιλογή τους έγινε κυρίως μεταξύ εκείνων που περιλαμβάνονται στην έκθεση του Λούβρου (Δερβένι και Βεργίνα).

Στον ανδρώνα «του Διονύσου» παραστάθηκε κλίνη ύστερου Ελληνιστικού τύπου, με τορνευτά πόδια και χάλκινο φούλκρουμ (διάκοσμος ερεισίχειρου κλίνης), βασισμένη σε εύρημα από την Πέλλα που περιλαμβάνεται στην έκθεση του Λούβρου.

http://pella.virtualreality.gr/gr.html

___________________________________________